Σάββατο 29 Αυγούστου 2009

Αυθαίρετες Συναντήσεις



Τίποτα το ιδιαίτερο

Μια καθημερινή γύρω στις 1 το μεσημέρι, ο Νώντας και ο Φώντας κατηφορίζουν προς το κέντρο συζητώντας πολιτικά. Αίφνης, γωνία Ασκληπιού και Σκουφά, μια γυναικεία φυγούρα τους αποσπά την προσοχή και κοντοστέκονται.

ΦΩΝΤΑΣ:
"Ρε συ! Αυτή δεν είναι η φίλη σου η Κούλα;"
ΝΩΝΤΑΣ: "Κάνεις λάθος."

Ντινγκ-ντονγκ!

ΦΩΝΤΑΣ: "Μα πως κάνω λάθος, ρε Νώντα; Αφού..."
ΝΩΝΤΑΣ: "Κάνεις λάθος, σου λέω! Κάνεις λάθος, δεν είναι η Κούλα.
ΦΩΝΤΑΣ: "Μα..."
ΝΩΝΤΑΣ: "Ούτε η Τούλα, η Ρούλα, η Σούλα, η Βούλα, η Λούλα, η Φούλα ή η Ζούλα. Ουδέποτε ήταν κάποια και ποτέ δεν υπήρξε πραγματικά. Ήταν απλά μια όμορφη εικόνα που σφήνωσα στην φαντασία σου. Μια σαγηνευτική εικόνα που έριξα στη ροή της σκέψης σου κάποιο βαρετό χειμωνιάτικο απόγευμα, που δεν είχαμε με τι ν' ασχοληθούμε. Ένα αφηρημένο εύπλαστο σχήμα που ιχνογράφησα αντεστραμμένο στο πίσω μέρος της οπτικής σου μεμβράνης, έτσι ώστε να σου φαίνεται πως αυτό που βλέπεις είναι κάτι χειροπιαστό και όχι απλώς ένα φασματικό είδωλο χωρίς την παραμικρή συναισθηματική αξία, χωρίς σήμερα, χωρίς χθες, χωρίς τίποτα. Τί-πο-τα! Μπήκες;"

ΦΩΝΤΑΣ: "Μαλακίες..."
ΝΩΝΤΑΣ: "Εεεε!;"
ΦΩΝΤΑΣ: "Λέω: μα-λα-κί-ές."
ΝΩΝΤΑΣ: "Γιατί μου τη βγαίνεις έτσι, ρε Φώντα;"
ΦΩΝΤΑΣ: "Γιατί εμένα μου φαίνεται φτυστή εκείνη η καριόλα η Κούλα, που είχες γκόμενα πέντε χρόνια και μας τα 'χες κάνει τούμπανο με την πάρτη της. Και για του λόγου το αληθές, πάω να τη ρωτήσω καμιά σαχλαμάρα, έτσι στο έλαχε, για να περνά η ώρα."
ΝΩΝΤΑΣ: "Δεν έχεις να πας πουθενά, σου απαγορεύω!"
ΦΩΝΤΑΣ: "Τσάο, Νώντα!" κουνάει το χέρι του καθώς απομακρύνεται.
ΝΩΝΤΑΣ: "Μη μου το κάνεις αυτό, ρε Φώντα..."
ΦΩΝΤΑΣ: "Κούλαρε, φιλαράκο. Πάνε πιες καμιά μπύρα και θα τα πούμε αργότερα."

Αγνοώντας τις διακριτικές γκριμάτσες φρίκης και αποδοκιμασίας του Νώντα, άνετος ο Φώντας ανοίγει το βήμα του και διασχίζει γρήγορα τον δρόμο.

ΦΩΝΤΑΣ: "Κούλα, Κούλα!" σπεύδει προς το μέρος της. "Που 'σαι συ, βρε κοριτσάρα μου;"
ΚΟΥΛΑ: "Φώντα! Τι ευχάριστη έκπληξη!"
ΦΩΝΤΑΣ: "Τι γένεσαι, βρε ψυχή, πως τα περνάς; Χαθήκαμε τελείως τελευταία..."
ΚΟΥΛΑ: "Ε, ξέρεις τώρα... Τρεχάματα, υποχρεώσεις και τα τοιαύτα."
ΦΩΝΤΑΣ: "Μια χαρά δείχνεις πάντως! Φτου σου, να μη σε βασκάνω!"
ΚΟΥΛΑ: "Μα κι εσύ δεν πας πίσω! Από ένα βούρλο, που ήσουνα, τώρα δείχνεις πια γκόμενος. Σχεδόν ερωτεύσιμος, θα έλεγα."
ΦΩΝΤΑΣ: "Θενξ, μπέημπι!"
ΚΟΥΛΑ: "Πως έτσι, όμως; Το 'σκασες επιτέλους από κείνο το ορφανοτροφείο;"
ΦΩΝΤΑΣ: "Ου, βέέέβαια, εδώ και χρόνια!"
ΚΟΥΛΑ: "Τι μου λες!"
ΦΩΝΤΑΣ: "Τώρα έπιασα δουλειά σ' ένα σούπερ-μάρκετ πίσω από το Χίλτον."
ΚΟΥΛΑ: "Μπράβο κουράγιο!"
ΦΩΝΤΑΣ: "Ε, όσο να'ναι, τα βολεύουμε..."
ΚΟΥΛΑ: "Κι ο Νώντας τι κάνει;"
ΦΩΝΤΑΣ: "Ποιος Νώντας;"
ΚΟΥΛΑ: "Ο Νώντας, καλέ, ο κολλητός σου. Αυτός που ήσασταν μαζί στην απέναντι γωνία δυο λεπτά πριν."
ΦΩΝΤΑΣ: "Ααα, αυτός;"
ΚΟΥΛΑ: "Ναι, αυτός."
ΦΩΝΤΑΣ: "Τι να σου πω; Δεν τον ξέρω και πολύ καλά αυτόν τον τύπο."
ΚΟΥΛΑ: "Μα πώς; Αφού από πιτσιρικάδες είσαστε αχώριστοι."
ΦΩΝΤΑΣ: "Ε, και; Τι θες να πεις μ' αυτό;"
ΚΟΥΛΑ: "Μπα, τίποτα το ιδιαίτερο. Ξέχνα το..."
Αθήνα, Μάιος 1987

Σάββατο 4 Ιουλίου 2009

Τα Σκληρά στο Φως της Επιστήμης

















Πόσο Σκληρή Είναι η Πραγματικότητα;


Ακούμε συχνά ότι η πραγματικότητα είναι σκληρή αντίθετα, π.χ., από τα όνειρα που φαίνεται να θεωρούνται πιο μαλακά ακόμη κι από το μετάξι. Είναι άραγε αυτό αλήθεια ή μήπως πρόκειται απλά για ένα συνηθισμένο λογικοφανές σόφισμα, που όμως στερείται επιστημονικής βάσης;

Μετά από πολυετείς έρευνες, συνυπολογίζοντας τόσο τις αρχές των ηλεκτρομαγνητικών πεδίων όσο και τα πιο πρόσφατα πορίσματα της κβαντομηχανικής και των χαοτικών συστημάτων, και άλλα πολλά, οι επιστημονικοί συνεργάτες του διεθνώς καταξιωμένου και πάντα έγκυρου Ab-Fab Liber-Lab κατέληξαν στο ανωτέρω τετραδιάστατο διάγραμμα. (Σημ.: Οι 4 διαστάσεις του είναι: μήκος, πλάτος, ύψος και χρόνος-κίνηση).

Πρόκειται για μια ακριβέστατη (στο περίπου) αναπαράσταση της ουσιαστικής υφής της πραγματικότητας καθώς αναδύεται και εκτυλίσσεται στιγμή προς στιγμή μέσα στο άχρονο, αχανές εδώ-και-τώρα και, μάλιστα, ανεξάρτητα από το πως πιθανόν αυτή να βιώνεται ατομικά από το κάθε ξεχωριστό ον. Ο λόγος που μαζί με τον προσδιορισμό "ακριβέστατη" εμφανίζονται και οι λέξεις "στο περίπου" ενός παρενθέσεως είναι προκειμένου να δηλωθεί ότι οι τέσσερις διαστάσεις χρησιμοποιούνται συμβατικά και ενδεικτικά μόνο. Κι αυτό επειδή ο νους ενός μέσου ανθρώπου αδυνατεί να συλλάβει πάνω από τέσσερις με πέντε (άντε έξι, το πολύ) διαστάσεις, μολονότι έχει αποδειχθεί πλήρως μαθηματικά η ύπαρξη τουλάχιστον έντεκα διαστάσεων.

Εξ' αυτού συνάγεται αβίαστα πως η πραγματικότητα δεν είναι ούτε σκληρή ούτε μαλακή, αλλά και ούτε μη-σκληρή ή μη-μαλακή, κλπ. Σίγουρα δεν είναι στατική, άχρωμη ή μονόχρωμη και, προφανώς, δεν μπορεί να είναι ούτε και πολύ συγκεκριμένη - με την έννοια του απτού και του χειροπιαστού, που δίνουμε σ' αυτή την λέξη. Εάν -ποιητική αδεία- την παρομοιάσουμε με το ποτάμι των Ηρακλείτειων φυσικών φιλοσόφων, που πάντα ρει και στο οποίο δεν γίνεται να ξαναμπεί κανείς και δεύτερη φορά, τότε θα πούμε πως η πραγματικότητα είναι σίγουρα ρευστή. Ομοίως, μπορούμε να εικάσουμε πως όταν πέφτει κανείς σ' αυτό το ποτάμι από ψηλά, είναι δυνατόν, κατά την πρόσκρουσή του με το νερό, η επιφάνεια να του δώσει την εντύπωση της σκληρής. Εάν όμως μπει σιγά-σιγά, τότε θα του φανεί μαλακή και ευχάριστη.

Με άλλα λόγια, η πραγματικότητα -όπως και η ζωή- είναι ένα αγγούρι που άλλος το τρώει και δροσίζεται κι άλλος το τρώει και ζορίζεται. Γι' αυτό, με τα αγγουράκια προτείνεται να είναι κανείς λιγάκι προσεχτικός. Ο γιατρός συνιστά να μην βιαζόμαστε για τίποτα ούτε και να αγχωνόμαστε με το παραμικρό. Χαλαρά, λοιπόν, και με το μαλακό.

Τέλος, βλέποντας κάποιος το παραπάνω διάγραμμα, είναι πιθανό (και εύλογο) να αναρωτηθεί: "Μα που ακριβώς μέσα σ' αυτό βρίσκομαι εγώ αυτή τη στιγμή;" Έλα ντε! Εδώ σε θέλω κάβουρα να περπατάς στα κάρβουνα. Όποιος καταφέρει να απαντήσει σ' αυτό το κρίσιμο ερώτημα, κερδίζει ένα ταξιδάκι αναψυχής σε προορισμό της αρεσκείας του με όλα τα έξοδα πληρωμένα - από την ρέουσα και άπιαστη πραγματικότητα, φυσικά.
Αθήνα, 4 Ιουλίου 2009

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2009

Υπαρξιακά Παράδοξα


Οι Τουρίστες και ο Βράχος

Για τους Αθηναίους, η Ακρόπολη χρησίμευε πάντα σαν μια πολύ βολική υπόμνηση. Ανεξάρτητα του τι μικρά ή μεγάλα δράματα μπορεί να ξετυλίγονται δεξιά κι αριστερά μέσα στην πόλη μας μέρα με τη μέρα, ο βράχος της Ακρόπολης είναι πάντοτε εκεί, σταθερός, στη θέση του, ακόμη κι αν σπάνια επισκέπτεται κανείς τους ναούς και τους βωμούς του. Και αφού βρίσκεται τόσο κοντά και ταυτόχρονα τόσο μακριά μας, τον αποκαλούμε επίσης και "ιερό". Έτσι, υποσυνείδητα γνωρίζουμε πως στο κέντρο της ζωής μας υπάρχει ένας "Ιερός Βράχος", στον οποίο μπορούμε να καταφεύγουμε όποτε θέλουμε, ανεξάρτητα βέβαια που εμείς είμαστε μόνιμα υπερ-απορροφημένοι με τις μικροϋποθέσεις μας στην περιφέρεια. Όθεν και τα γνωστά αποφθέγματα "don't rock the rock", "rock around the rock", "rock till you crock", καθώς και τα πιο ελληνοπρεπή "βράχο-βράχο τον καημό μου", "βράχωσε χωρίς φεγγάρι", "βράχο φωτιά στη στράτα μου," κ.ά.

Ωστόσο, μπορεί σήμερα στην Αθήνα να ζουν μερικά εκατομμύρια νοματαίοι αλλά δεν αισθάνονται όλοι τους Αθηναίοι. Στην πράξη, οι περισσότεροι απ' αυτούς παραπονιούνται ότι αισθάνονται σαν τουρίστες ακόμη και μέσα στο ίδιο τους το σπίτι. Το να αισθάνεται κανείς τουρίστας είναι πρώτ' απ' όλα μια κατάσταση του νου. Είναι αυτή η απροσδιόριστη αίσθηση, που έχει κανείς μερικές φορές, ότι δεν ανήκει πραγματικά εδώ, απλά περαστικός είναι κι όπου να 'ναι θα φύγει. Εδώ βρέθηκε κατά λάθος, απλά είδε φως κι ανέβηκε για λίγο, και ως εκ τούτου δεν ξέρει ούτε θέλει να μάθει τίποτα. Προφανώς θα τον έφερε κάποιος τυφλός πελαργός, η πουτάνα η μοίρα, ο άνεμος μαζί με τα ξερά φύλλα, κλπ. Πρόκειται για μια μάλλον άβολη αίσθηση, που έρχεται απροειδοποίητα για να φύγει σπρώχνοντας ή μπουσουλώντας.

Από αυτή την άποψη, ολόκληρος ο πλανήτης Γη δεν είναι παρά ένας τεράστιος τόπος περιστασιακής διαμονής για τουρίστες. Είναι όντως εκπληκτικό το πως τόσοι πολλοί τουρίστες μαζευτήκαμε εδώ, στο ίδιο μέρος! Είναι επίσης αξιοπερίεργο πως τόσοι πολλοί άνθρωποι σκέφτονται και δρουν σαν να μην βρίσκονται πραγματικά εδώ, σα να βρίσκονται συνεχώς κάπου αλλού. Το οποίον αποτελεί ακόμη ένα παράδοξο της ύπαρξης. Διότι είναι πρακτικά αδύνατον για τον οποιοδήποτε, σε οποιαδήποτε δεδομένη χρονική στιγμή, να βρεθεί οπουδήποτε αλλού έξω από το άχρονο διηνεκές του μόνιμα ολόφρεσκου, ζωντανού και παλώμενου εδώ-και-τώρα.
(Αθήνα, Σεπτέμβριος 2007)

Κυριακή 7 Ιουνίου 2009

Επιστήμη & Ζωή


Νέες Εφευρέσεις από το Ab-Fab Lab

Είναι γεγονός πως ο χρόνος περνάει και μαζί μ' αυτόν περνάμε κι εμείς αλλά αυτό δεν έχει και τόση σημασία γιατί έτσι κι αλλιώς όλα περνάνε κάποτε οπότε τι να λέμε τώρα. Ωστόσο, μαζί με τον χρόνο αλλάζουν και οι καιροί με αποτέλεσμα οι επινοήσεις του παρελθόντος, που κάποτε ήταν καινοτόμες και μέχρι πρόσφατα φάνταζαν δεδομένες, να μην έχουν πια ενδιαφέρον αφού δεν ανταποκρίνονται πλέον στις καθημερινές ανάγκες των νέων καιρών, που κι αυτοί με τη σειρά τους, βέβαια, θα γίνουν αργότερα παλαιοί, δηλαδή θα παλιοκαιριστούν, και θα θεωρούνται ντεμοντέ καθότι πεπαλαιωμένοι και άκαιροι, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Η κάθε εποχή λοιπόν έχει τα δικά της, και μαζί μ' αυτά προκύπτει και η ανάγκη για νέες ιδέες, νέα προϊόντα και νέες εφευρέσεις, που να ικανοποιούν τις νέες απαιτήσεις με νέες μεθόδους και τρόπους. Αν και, για να πούμε και μια πικρή αλήθεια, το αμπαλάζ ή και ο εξωτερικός διάκοσμος μπορεί να διαφοροποιούνται -συχνά δραματικά- αλλά κατ' ουσίαν οι τρόποι σπάνια αλλάζουν ριζικά. Σε πλείστες των περιπτώσεων, τα πράγματα και οι τρόποι των ανθρώπων παραμένουν διαχρονικά ίδιοι κι απαράλλαχτοι. Όπερ εν πολλοίς προβλέψιμο και, ως εκ τούτου, ολίγον τι πληκτικό. Αλλά τι να κάνουμε, έτσι είναι αυτά τα πράγματα... (κάτι που συνοψίζεται πολύ εύστοχα και στη γνωστή θυμοσοφία με τον αράπη και το σαπούνι).

Επιπλέον, όπως έχει παρατηρηθεί παλαιόθεν (και συνεχώς διαπιστώνεται και εργαστηριακά στα πειράματα, που διεξάγει τακτικά το περίφημο Ab-Fab Lab του Δόκτορος Liber), αυτός ο αδυσώπητος νόμος της τάχιστης τεχνητής παλαίωσης κάθε τι νέου και της αέναης αγχωτικής αναζήτησης οτιδήποτε νεότερου έστω και δήθεν, τείνει να γίνεται και νόμος της Αγοράς. Έτσι, ακόμα και τα πιο φιλόδοξα εγχειρήματα βγαίνουν νοκ-άουτ σε χρόνο ντετέ ενώ, συνεπακόλουθα, μια τεράστια μερίδα του ανθρωπο-ρομποτικού παραγωγικού δυναμικού του πλανήτη μας οδηγείται στη συρρίκνωση και στην ανέχεια, με ανυπολόγιστες συνέπειες για τα άτομα αλλά και για την κοινωνία γενικότερα.

Για την έστω και μερικώς επιτυχή ανάσχεση αυτού του περίεργου φαινομένου, το Ab-Fab Lab μελέτησε τις συνθήκες σε βάθος και κατέληξε σε μια σειρά συγκεκριμένων προτάσεων υπό μορφήν νέων πρακτικών εφαρμογών και εφευρέσεων, που βασίζονται σε νέες επαναστατικές τεχνολογίες και δίνουν νέες λύσεις στα τρέχοντα καθημερινά προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου εισάγοντας έναν διαφορετικό τρόπο προσέγγισης. Μολονότι η παραγωγή τους βρίσκεται ακόμα σε πειραματικό στάδιο, το Ab-Fab Lab δεν διστάζει να ανακοινώσει δημόσια τα νέα προϊόντα του, προφανώς διότι θα αισθάνεται απόλυτα σίγουρο πως οι καινοτομίες του αυτές αποκλείεται να αντιγραφούν από τον ανταγωνισμό.

"Αδιαφορούμε πλήρως για την βιομηχανική κατασκοπία, που ακόμα και σαν ιδέα την βρίσκουμε ανόητη"
δήλωσε πρόσφατα ο υπεύθυνος του εργαστηρίου. "Διότι," όπως εξήγησε, "για να μας αντιγράψει κανείς θα πρέπει προηγουμένως να κατανοήσει πλήρως την βαθύτερη φιλοσοφία μας και να αναπαράγει πιστά τους εγγενείς φυσικούς μηχανισμούς που τη διέπουν, πράγμα σχεδόν αδύνατον." Για να προσθέσει αμέσως μετά: "Και αν παρ' όλ' αυτά το καταφέρει, ε τότε με γειά και με χαρά του!"

Αλλά ας ρίξουμε μια γρήγορη, συνοπτική ματιά σε μερικά από αυτά τα νέα προϊόντα, σύμφωνα με τις πληροφορίες που αντλήσαμε μέσα από τα αρχεία του Διεθνούς Οργανισμού Πατενταρίσματος και τις διασταυρώσαμε με τις ανακοινώσεις του ιδίου του Ab-Fab Lab:

Ασύστολος Ψηφιακός Ξεπατικογράφος Μιας Χρήσεως, από πλήρως ανακυκλώσιμα υλικά, κατάλληλος όχι μόνο για επαγγελματίες αλλά και για μερακλήδες ερασιτέχνες.

Τριφασικό Οικολοβυθόμετρο Προσμέτρησης Περιβαλλοντικής Ημισυναισθησίας
, χρήσιμο σε κάθε ευαισθητοποιημένο πολίτη και ειδικά στον σοβαρό μελετητή των καθημερινών εξελίξεων.

Ορκωτός Σαπιλοστάτης Ταχείας Πήξεως για γρήγορη και συνάμα αξιόπστη οριοθέτηση του που ακριβώς βρίσκεται τέλος πάντων αυτό το ασαφές "ως εδώ και μη παρέκει" ανά άτομο και ανά περίπτωση.

Αυτόματος Αντιδιασταλτικός Ανασκολωπιστής ή, σύμφωνα με την εμπορική του ονομασία, ΑΑΑ: Πρόκειται για ένα πολύ απλό στη χρήση του μηχάνημα, που κυρίως αποσκοπεί στο να διευρύνει και να εμπλουτίσει τις επικοινωνιακές δυνατότητες του κατόχου του σε περιπτώσεις διαφωνίας (δηλαδή, διαρκώς) αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ανεξάρτητα κατά βούληση και σε άλλες φάσεις.

Υδραυλικός Προσομοιωτής Υποδόριας Συναινετικής Κουλτουροπάθειας για την προληπτική αντιμετώπιση ενός ευρέως φάσματος παθήσεων του κεντρικού νευρικού συστήματος, οι οποίες προξενούνται από την αδυναμία αφομοίωσης νέων ανούσιων ιδεών και αδιάφορων πολιτιστικών προϊόντων.

Εικονική Πλατφόρμα Αναπαράστασης Χρηματισμού Δικαστικών Δυσλειτουργών
. Απευθύνεται κυρίως σε δικηγόρους και εν γένει νομικούς αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από τους μη ειδικούς, αρκεί τα οικονομικά τους να τους το επιτρέπουν γιατί η τιμή του είναι ιδιαίτερα υψηλή, αν και απόλυτα δικαιολογημένη, λόγω του υπερβολικά εξειδικευμένου χαρακτήρα του συγκεκριμένου προϊόντος.

Ανιχνευτής & Εντοπιστής Μπατσοφασιστικής Παραλογικής Ψυχοπαθολογίας: Μια πειραματική εφαρμογή, που κρεμιέται και στο στήθος σαν μενταγιόν, η οποία στις μέρες μας γίνεται ολοένα και περισσότερο απαραίτητη σε κάθε άτομο που ενδιαφέρεται για την σωματική και ψυχολογική ακεραιότητα τόσο τη δική του όσο και των συνανθρώπων του.

Χειροκίνητος Αγγειοδιασταλτικός Δονητής Αναπαραγωγικών Μορίων, για την έμπρακτη κατανόηση της μοριακής βιολογίας και την εμπέδωση των αρχών της κινητικότητας. Ταυτόχρονα, εντείνει την ικανοποίηση στο σεξ όταν τα ενστικτώδη αποθεματικά βρίσκονται σε ελαφρά κάμψη λόγω διάσπασης ή κοπώσεως. Κυκλοφορεί ήδη με την πρωτότυπη εμπορική ονομασία ΣΑΧΚ (Συν Αθηνά & Χείρα Κίνει) - μόνο σε επιλεγμένα καταστήματα.

Αντανακλαστικός Συρραπτικός Γλοιωδέτης με επιλεκτική εφαρμογή, όταν και όπου οι ποικίλες γλοιώδεις συμπεριφορές δεν είναι επιθυμητές ή απλά έχουν καταντήσει πλέον κάπως κουραστικές.

Νοηματικός Αποχυμωτής Άδηλων Συναισθηματικών Υπολειμμάτων, που διυλίζει επιτυχώς τον κώνωπα χωρίς να καταπίνει την κάμηλο.

Ανόργανος Διαταξικός Συσσωρευτής Δημοκοπιώδους Υπερπροσπάθειας
για την αντιμετώπιση εκτεταμένων τηλεοπτικών (και όχι μόνον) υπερβάσεων πάσης φύσεως. Μη επιτρέποντας στα περισυλλεγμένα υποπροϊόντα να εξελιχθούν σε οργανικά παράγωγα και να αποθκευτούν ατάκτως στον οργανισμό, η ολοσχερής διάλυσή τους από τον χρήστη καθίσταται ευχερέστατη και κυριολεκτικά ανέξοδη.

Φωτογραφικός Αναπαραστάτης Πολυδιάστατων Αόρατων Φαινομένων: Ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο, που βοηθά τον καθένα να δει όλα όσα δεν μπορεί συνήθως να αντιληφθεί δια των κοινών του αισθήσεων, οι οποίες ως γνωστών είναι άκρως πεπερασμένες και ατελείς. Για ακόμα καλύτερα αποτελέσματα, το Ab-Fab Lab προτείνει να χρησιμοποιείται παράλληλα με τον Αυτόματο Σημειολογικό Αποκωδικοποιητή Συμβόλων & Παραστάσεων, που κατόπιν συνεννόησης με τον κατασκευαστή προσφέρεται σε μια λογική τιμή γνωριμίας.

Όπως βλέπουμε, λοιπόν, αντίθετα με τις ιδέες ορισμένων κοντόφθαλμων αντιδραστικών κύκλων και σε πείσμα των δυνάμεων του σκοταδισμού και της αποβλάκωσης, η επιστήμη ποτέ δεν σταματά να προχωρά.
(Αθήνα, Απρίλιος 2009)

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2009

Διαπλανητικά Εικονογραφημένα


Ο αστροναύτης που μονολογούσε στην Έβγα ενός παράμερου χωριού του Νομού Αργολίδος

- Όταν ήμανε μικρός και ήθελα να μεγαλώσω, τ' όνειρό μου ήτανε να γίνω αστροναύτης. Να φοράω ωραίες αστραφτερές στολές και να κόβω βόλτες στο αχανές διάστημα, έτσι για πλάκα, σα να μη τρέχει τίποτα. Η μάνα μου ήθελε να με κάνει κομπιουτερατζή, δουλειά με ψωμί και σίγουρο μέλλον στον αιώνα τον άπαντα, πλην εγώ, από τόσο δα παιδί, ήμουν κεφάλι αγύριστο! Με τραβολογούσε στα πακμαν και στα βίντεα γκέημς και έριχνε μάτσα τα ταλληροδεκάρικα, μπας και γίνει κανά θαύμα και μου ξυπνήσει το ενδιαφέρον. Αλλά εμένα, που μυαλό... Αστροναύτης γουστάριζα και αστροναύτης θα γινόμουνα, ο κόσμος να χαλάσει. Ακούς εκεί βίντεα και κομπιούτερ! Θέλανε να με κάνουνε γραφιά, μ' άλλα λόγια. Να μάθω τα κόλπα και να σκαρώσω και καμιά κομπινούλα της προκοπής, υπεξαιρέσεις και τα συναφή, να τους αγοράσω κι εκείνο το χτηματάκι στα Σπάτα για τα γεράματα. Έκανα πως μ' ενδιαφέρει για να γλιτώσω από τη μουρμούρα, κι έτσι, σαν τελείωσα το γυμνάσιο με στείλανε στο Μίτσιγγαν. Σε μια σχολή γεμάτη από σπασίκλες που μίλαγαν σα κομπιούτερ, περπάταγαν σα κομπιούτερ, γαμιόσαντε σα κομπιούτερ και θέλανε να μάθουνε να χρησιμοποιούνε τα κομπιούτερ. Όλοι θέλανε να γίνουνε ξεφτέρια και ν' αποσπάσουν την εμπιστοσύνη των αφεντικών τους, ώστε να στήσουν ανενόχλητοι το τέλειο κόλπο. Ένα μπουκέτο τσογλάνια που δεν πρόκειται να τ' αγγίξει ποτέ ο Νόμος... Ο Νόμος, χα! Τ' αρχίδια μου κουνιούνται. Μόνο τους φουκαράδες ξέρει να τσιμπάει και να τους πίνει το αίμα. Μια λάθος κίνηση και την έβαψες, κακομοίρη μου. Ζούγκλα, μιλάμε. Μια τσιμεντένια ζούγκλα έτοιμη να σε τσιμεντώσει κι εσένα. Για να τη βγάλεις εδώ χρειάζονται ταχτικές των Concrete Jungle Corps. Μονάδες κρούσης που ν' αντέχουν στις κακουχίες του ανορθόδοξου πολέμου μέσα στην Πόλη. Η πιο εξοντωτική φάση, γάμησέ τα. Πρέπει να έχεις ατσάλινα νεύρα και χαλύβδινη αντοχή. Να 'χεις ένστικτο ξουράφι και να 'σαι πάντα έτοιμος για το χειρότερο. Με το δάχτυλο στη σκανδάλη και τ' αυτί στην άσφαλτο. Γάμησέ τα, σου λέω, γάμησέ τα. Γι' αυτό κι εγώ ήθελα να γίνω αστροναύτης, να μην έχω καμιά σχέση μ' όλ' αυτά. Στο διάστημα είσαι μόνος σου, εντελώς μόνος. Μόνος ξυπνάς και μόνος κοιμάσαι. Μόνος απέναντι στους κομήτες, μόνος στους αστεροειδείς, μόνος και στους πλανήτες. Έχεις να κάνεις μόνο με όλα και με τίποτα. Κι έχεις μόνιμα απέναντί σου το Θάνατο. Παγωμένο. Σιωπηλό. Στο διάστημα ο θάνατος είναι πολύ παγωμένος. Αλλά δεν σε πειράζει. Βλέπεις, και η ζωή εκεί έξω δεν είναι πιο ζεστή. Τα κατάφερα, που λες, φιλάρα. Εκατόν πενήντα τέσσερα χρόνια έμεινα μακριά απ' τον πλανήτη Γη. Γύρισα το μισό γαλαξία κι άμα γουστάρω ξεκινάω αύριο για τον άλλο μισό. Έγινα αστροναύτης. Και τι κατάλαβα; Όχι, πες μου σε παρακαλώ...
- Τι να σου πω, ρε Μάκη. Να, εδώ... Εγώ... Στο χωράφι ολημερίς, να πούμε... Στο ποτήρι που πίνουμε, δεν ξέρω τι να σου πω...
- Άσε, άσε. Κατάλαβα.
- ...η ζωή, δηλαδή, είναι σαν ένα...
- Ρε άσε, που σου λέω.
- Κατάλαβες;
- Μωρ' εγώ κατάλαβα, και καλά μάλιστα.
- Έ, άντε τότε, εβίβα! Στην υγειά τση κουτσής να γιάνει το κανί της!
- Ναι, εντάξει, εβίβα. Αλλά αυτά που ξέρεις να τ' αφήσεις κατά μέρος μπαγασάκο. Συνεννοηθήκαμε;
(Αθήνα, 1984)

Κυριακή 31 Μαΐου 2009

Αστυνομικές Ιστορίες


Τ' είν' αυτό που το λένε αγάπη;

"Τ' είν' αυτό που το λένε αγάπη, τ' είν' αυτό, τ' είν' αυτό;" Η φωνή της Σοφίας Λόρεν τραγουδά σχεδόν ξεψυχισμένα μέσα από τα ηχεία που γρατζουνάνε. Η παλιά Μπιούικ διασχίζει την άδεια Πατησίων με ταχύτητα. Πίσω της τρέχουν πεντ'-έξι μπατσίστικα με συμβατικούς αριθμούς. Οι σφαίρες πέφτουν σύννεφο. Ίσως να γυρίζουν μια νέα υπερπαραγωγή για το επόμενο φεστιβάλ. Καλού κακού προσοχή στις αδέσποτες. Δεν ξέρεις τι γίνεται καμιά φορά...

Μέσα στην Μπιούικ το ερώτημα ακούγεται ασφυκτικό: "Τ' είν' αυτό; Τ' είν' αυτό;" Μια σφαίρα καρφώνεται στο παρμπρίζ. Ο οδηγός της αγνοεί τα φανάρια. Μπαίνει Αιόλου. Στο ύψος της Σωκράτους πιέζει ένα κουμπί και η άσφαλτος γεμίζει από αγνό λάδι Καλαμών. Τα πεντ'-έξι με τους συμβατικούς γλιστράνε στις βιτρίνες του Δραγώνα, που καταρρέουν με θόρυβο. Οι μοχθηροί επιβάτες τους βρίζουν και κουνούν απειλητικά τις γροθιές τους: "Που θα μας πας, ρε τσόγλανε; Θα σου γαμήσουμε τη μουνάρα που σε πέταγε..."

Τώρα τα βασανιστικά ερωτήματα έγιναν δύο: Πρώτον, τι είναι αυτό που το λένε αγάπη; Δεύτερον, που θα πάει άραγε ο τσόγλανος; Και, φυσικά, πάνω απ' όλα: Γιατί όλη αυτή η φασαρία;

Οδηγός της Μπιούικ: "Πολύ κακό για το τίποτα. Κανείς δεν ξέρει ακριβώς, ούτε και θέλει να μάθει. Κάποια παρεξήγηση, πιθανόν. Επισφράγιση των δεδομένων ρόλων του κακού σινεμά. Φταίει κι η τηλεόραση, που τους παίρνει τα μυαλά και τους κάνει να θέλουν να μοιάσουν στον Κερκ Ντάγκλας όταν έπαιζε τον ντετέκτιβ Μακλάουντ. Ή ακόμα και στα 'Περιπολικά Εν Δράσει', ποιος να ξέρει; Τι σημασία έχει; Εγώ τρέχω γιατί έτσι επιβάλλει το σενάριο. Το λάδι και η βιτρίνα του Δραγώνα απηχούν κάποια ιδιοτροπία του συγγραφέα. Όσο για την αγάπη... Τι να πω; Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια".

Τελειώνοντας τη φράση του πάρκαρε στους Αέρηδες και η γλυκιά ησυχία της βραδυάς απλώθηκε πάλι παντού. Έβγαλε ένα ποδήλατο από το πορτ-μπαγκάζ, χαιρέτησε ευγενικά και απομακρύνθηκε με κατεύθυνση προς Θησείο. Μετά άφησε γένεια και μουστάκια, φόρεσε και μαύρα γυαλιά, και παρόλον που όλοι ήξεραν πως ήταν αυτός κανένας δεν μπορούσε να τον αναγνωρίσει. Άφησε κατά μέρος τις μπίζνες με τα τραντζίστορ και εφεξής ασχολήθηκε με την κηπουρική, υρδοκαλλιέργειες και τα τοιαύτα.

Τι απέγινε, όμως, με τη Μπιούικ και τους κακούς διώκτες της;

Μετ΄ου πολύ, τα συνεργεία της Υπηρεσίας ανακάλυψαν μια παλιά σκονισμένη Μπιούικ παρατημένη εκεί πα δα στους Αέρηδες. Υπήρχαν πληροφορίες πως μέσα σ' αυτό το αυτοκίνητο βρισκόντουσαν πεντακόσιες χιλιάδες εκατομμύρια μεγατόνοι νιτρογλυκερίνης έτοιμοι να εκραγούν μόλις κάποιος θα προσπαθούσε αφελώς ν΄ανοίξει τη πόρτα του. Οι ειδικοί πυροτεχνουργοί του Στρατού αποσύνδεσαν προσεχτικά όλες τις πιθανότητες. Μετά έψαξαν τα πάντα, έκαναν το αμάξι φύλλο και φτερό αλλά δεν βρήκαν τίποτα. Ούτε νιτρογλυκερίνη, ούτε σπίρτα, ούτε τίποτα απολύτως. "Ρε μπας και τρέχαμ' άδικα;" αναρωτήθηκε κάποιος. Ένας άλλος έξυσε την κεφάλα του με αμηχανία. "Δεν αποκλείεται," είπε. "Αν και δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι το τρέξιμο είναι αυτοσκοπός. Τόσα φράγκα χώνει το κράτος για την καταστολή της εγκληματικότητας, δεν είναι δυνατόν να την αγνοήσουμε. Κι αν δεν υπάρχει αρκετή, είναι εθνική επιταγή να την οραματιστούμε και να την υλοποιήσουμε. Τα λεφτά του φορολογούμενου πιάνουνε πάντα τόπο."

"Κανένας δεν τρέχει άδικα, ρε μαλάκα," συμπλήρωσε ο Αρχηγός. "Όλοι έχουμε τους λόγους μας. Άμα δεν τρέξεις να ιδρώσεις, να πεις αμάν πια, πως θα φχαριστηθείς το ψωμί που τρως; Τελείως ζώον είσαι, μωρ' αδερφάκι μου, και σ' είχα και για εύφημο μνεία... Ου να μού χαθείς βλίτο, ε βλίτο!..."

__________________________________

Σημ.: Είναι προφανές ότι το παραπάνω γράφτηκε κάπου 30 χρόνια πριν, τότε που υπήρχε ο Δραγώνας, η Αιόλου δεν είχε γίνει ακόμα πεζόδρομος και η τηλεόραση έπαιζε τον Επιθεωρητή Μακλάουντ και τα Περιπολικά Εν Δράσει - δηλαδή τότε που η Αθήνα ήταν μια εντελώς άλλη πόλη.

Τετάρτη 27 Μαΐου 2009

Επιστήμη & Ζωή

ννν
Με τον γιατρό της Leni Riefenstahl
ννν
Τα αδιάσειστο αυτό φωτογραφικό ντοκουμέντο (βλ.: φώτο άνωθι) αποτελεί έμμεσα και μια σημαντική κοινωνική καταγγελία, διότι αποδεικνύει περίτρανα είτε πως οι ηθοποιοί αναγκάζονται να κάνουν και μια δεύτερη εργασία προκειμένου να τα βγάλουν πέρα με τις αυξημένες απαιτήσεις του σημερινού βίου, είτε ότι ορισμένα μέλη της ιατρικής κοινότητας υποχρεώνονται να διαπρέψουν και στον χώρο της 7ης τέχνης προκειμένου να κάνουν γνωστό το όνομά τους και, κατ' επέκταση, να στρέψουν την προσοχή του πάσχοντος κοινού στο ανεκτίμητο επιστημονικό και θεραπευτικό τους έργο.
(Αθήνα, Ιούλιος 2006)

Ταξιδιωτικές Εντυπώσεις


When Nietzsche met Freud

One fine day, somewhere in the Sahara desert, Nietzsche meets Freud by the spring of a green oasis. Both men had been lost and were wandering in the desert for quite a while. They hadn't spoken to anyone for days and it was hard to tell what was thirstier, their throat or their mind. Thus, it was naturally impossible to avoid a little chat taking place between them.

On that time, dr. Liber was working as a tribal witch doctor to the service of a deaf and blind wise-old-man, who happened to be the great grandson of Hassan-i-Sabbah, living self-exiled in this very same remote oasis. Apparently, there were no tape recorders around and the doctor was unable to record their talk. But the casual verbal exchange of the two men was effortlessly echoed through the moving stillness of midday desert winds, so dr. Liber could easily write everything down on his notebook.

And their subliminally inspiring words were precisely as such:

F: Do you wanna fuck your mother?
N: No, I've killed my mother.
F: And did she die?
N: Alas, no. She only got stronger.
F: Hm, I see...
N: She got so fuckin' strong that she's not sexy anymore.
F: So, is this why you keep jerking off?
N: I never jerk off, dude. I just go mad sometimes.
F: In the middle of the desert, too?
N: Well, I kinda like desserts more than the main dish but I can really go mad for a glass of sweet red wine.
F: Ah, in that case...
N: Let's have a coke and a smile?
F: No. Let's change topic.
N: Sure.
F: ..............
N: Nice weather, isn't it?
F: Not bad for a rainy day.
N: But, hey, the sun is shining bright and burning hot right now!
F: Well, that's exactly what I mean.

Then, Nietzsche and Freud got on the back of their camels and rode away, each to a different direction.

(An excerpt from "The Tutorial Files of Dr. Liber", Vol. III, pp 106-107)

Τρίτη 26 Μαΐου 2009

Κλασικό Θέατρο


Τραγωδία, κωμωδία ή μελόδραμα;

Γράφω ένα θεατρικό έργο αυτοσχεδιασμού, που θα διαρκεί 24 ώρες το 24ωρο και θα έχει περίπου 4.000.000 ηθοποιούς και κομπάρσους, ενώ θα παίζεται σε μια σκηνή έκτασης πολλών τετραγωνικών χιλιομέτρων, γεμάτη τσιμεντόσπιτα και με δυο-τρία βράχια στη μέση (πιθανώς να του βάλω και λίγο θάλασσα από τη μια πλευρά, δεν ξέρω ακόμα). Σκέπτομαι να το ονομάσω "Οι Βλάχες". Τι λέτε, θα πιάσει;

(Αθήνα, 2007 - Μερικές σκέψεις με αφορμή την παράσταση "Οι Βάκχες")

Συστημικές Αναπαραστάσεις


Καμένα μυαλά

Το σύστημα είναι απλό: Παίρνουμε 2,5 κιλά μυαλά, τα βάζουμε μέσα στην τηλεόραση και τ΄ αφήνουμε να σιγοψηθούν για 2 ώρες περίπου. Μετά, τα βγάζουμε και τα πετάμε στα σκουπίδια. Με το χαρτί από τα βιβλία, που έχουμε ως ντεκόρ στη βιβλιοθήκη μας (και, όποτε θέλουμε, τα χρησιμοποιούμε για προσάναμμα στο τζάκι μας), σκουπίζουμε τα χέρια μας και βάζουμε στον εαυτό μας κωλοδάχτυλο. Όταν το κωλοδάχτυλο φτάσει να μας βγει από το στόμα, το δαγκώνουμε ενοχλημένοι και τρέχει λίγο αίμα, που λερώνει το χαλί. Αμέσως, οι Αρχές σπεύδουν να μας συλλάβουν με την κατηγορία της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας, αφού το χαλί, μαζί με τις καρέκλες, τα κουζινικά και το σπίτι, ήδη ανήκουν όλα στην Τράπεζα λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής των δόσεων της πιστωτικής κάρτας με την οποία είχαμε αγοράσει αρχικά την τηλεόραση. Τα πάντα καταγράφονται στο βιβλίο συμβάντων με το νι και με το σίγμα, αλλά αυτό δεν το καίει κανείς γιατί πια δεν χρειάζεται. Ύστερα, μπάτσοι, τραπεζίτες, σταρ της τι-βι, πολιτικοί, γκάνγκστερς κι εμείς, όλοι μαζί αδελφωμένοι, πάμε να τα σπάσουμε στα μπουζούκια. Δεν φοβόμαστε ότι ίσως να χάσουμε τα μυαλά μας γιατί κανείς δεν μπορεί να χάσει κάτι που δεν έχει. Είμαστε πλέον ελεύθεροι! Επιτέλους, η επανάσταση πέτυχε!
(Αθήνα, Μάρτιος 2008)

Πως Γράφονται Τα Σουξέ


Ξεματιάζοντας τον Γκοντό

Μιά όμορφη ανοιξιάτικη μέρα. Ο ήλιος κάνει τα λουλουδάκια να χαμογελούν. Τα δένδρα ψιθυρίζουν λόγια αγάπης το ένα στ' άλλο και αφήνουν στην ατμόσφαιρα ευωδιές πολλά υποσχόμενες. Το υγρό γρασίδι λάμπει από χαρά κι ο ουρανός κινείται στα πιο φωτεινά του γαλάζια. Πρέπει να 'ναι κανείς νεκρός για ν' αγνοήσει αυτή την παιδιάστικη μα τόσο γνώριμη χαρά της φύσης. Γιατί είναι άνοιξη. Κι η άνοιξη δεν περιμένει.

Ο Μικρός-Με-Το-Ποδήλατο κατηφορίζει την αλέα και σιγοσφυρίζει το κεντρικό θέμα από ένα τραγουδάκι της μόδας, το "Rats In My Graveyard", μόνο που το σφυρίζει τόσο εύθυμα ώστε θα νόμιζε κανείς πως πρόκειται για το "Μάτια Ματωμένα", ένα άλλο μεγάλο σουξέ, που όμως δεν έχει γραφτεί ακόμα.

Το γεγονός αυτό ήταν αδύνατο να διαφύγει τς προσοχής του Μεγάλου Στερεμένου Μουσουργού, ο οποίος καθότανε στο καφενεδάκι της γωνίας κι' έξυνε τ' αρχίδια του παρατηρώντας τα περιστέρια που κουτσούλιζαν παντού και περιμένοντας την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος να πέσει εξ ουρανών σαν χοντρό χαλάζι ή, μάλλον, σαν το Μάνα των Γραφών.

Αυτά όμως γίνονται μόνο στο σινεμά. Στην πραγματικότητα, η ζωή δεν είναι fiction και τις πιο καλές ιδέες τις παίρνει κανείς απ' το δρόμο. Έτσι κι ο ΜΣΜ, που με την άνοιξη είχε ανοίξει κι αυτός σαν τομάτα γαρίφαλο, μόλις άκουσε τον Μικρό ΜΤΠ, που σφύριζε ανέμελος, έφαγε φλάς. "Διάολε!" είπε, "αυτό είναι!" Ο καφετζής τον κοίταξε με δυσπιστία.

Ο ΜΣΜ βάλθηκε αμέσως να σημειώνει μετά μανίας κάτι δυσνόητους μαθηματικούς τύπους στο πίσω μέρος του πακέτου των άφιλτρων τσιγάρων του, που σύνομα εξαπλώθηκαν στις χαρτοπετσέτες και στο τραπεζομάντιλο. Η αφοσιωμένη απορρόφησή του μ' αυτό που έκανε ήταν απόλυτη. Έτσι δεν πρόσεξε τον Μικρό ΜΤΠ που πήγε να περάσει την αφύλαχτη διάβαση και τον έκανε κομματάκια το διερχόμενο τρένο.

Ωστόσο, ούτε κι ο οδηγός της αμαξοστοιχίας τον πήρε είδηση. Αλλά, και να τον είχε αντιληφθεί, και πάλι δεν θα είχε τον χρόνο να σταματήσει. Για κακή του τύχη, μάλιστα, εκείνη τη στιγμή σιγοσφύριζε "Τα Τρένα Που Φύγανε, Αγάπες Που Πήρανε". Ως εκ τούτου, κανείς δεν εξεπλάγη όταν αργότερα αποκαλύφθηκε πως ο Μικρός ΜΤΠ ήταν ο χαμένος έκθετος γιός του οδηγού, καρπός του παράνομου έρωτά του με μια Βουλγαρίδα χορεύτρια (ολίγον τι σουρλουλού).

Βέβαια, ο ΜΣΜ δεν γνώριζε τίποτε απ' όλ' αυτά - και πως θα μπορούσε άλλωστε; Στο κάτω-κάτω της γραφής, ένας απλός μεγάλος μουσουργός ήταν ο άνθρωπος, δεν ήτανε και μέντιουμ. Έτσι, το μόνο που βρήκε να πει όταν σηκώθηκε να πληρώσει τον λογαριασμό και να γυρίσει στο σπίτι-παύλα-στούντιό του, ήταν πως δεν θα 'πρεπε να διασχίζει κανείς τις διαβάσεις του τρένου σφυρίζοντας το "Αρουραίοι Στον Τάφο Μου" και να περιμένει πως θα την βγάλει καθαρή. Θα ήταν πιο φρόνμο να σφύριζε το "Trains Of Fortune" ή τουλάχιστον το "Love Train Riding". Τέλος πάντων, έτσι είναι τα νιάτα, απερίσκεπτα. Και την απερισκεψία τους αυτή καμιά φορά την πληρώνουν πολύ ακριβά...

Πάντως ο ΜΣΜ γύρισε στο σπίτι-παύλα-στούντό του πολύ ανεβασμένος. Κάθισε επί τόπου στον Η/Υ του και πέρασε μέσα όλα τα στοιχεία που είχε συγκεντρώσει. Με μεγάλη σπουδή και προσοχή, του φόρτωσε επακριβώς όλες τις περίπλοκες σημειώσεις του μία προς μία. Η μνήμη RAM του παραπονέθηκε πως την έχει παραφορτώσει αλλά ευτυχώς υπήρχε ακόμα πολύς αναξιοποίητος χώρος στον σκληρό και τα βρήκανε. Μετά έριξε μέσα και τη μάρκα των τσιγάρων, το bar code, την τιμή λιανικής πώλησης, τα ποσοστά της νικοτίνης, κλπ. Στο τέλος άνοιξε το motherboard κι έβαλε μέσα το κουτί των τσιγάρων και τις γόπες, καθώς επίσης και το τραπεζομάντιλο με τις λίγδες και τα ψίχουλα, τα οποία ο Η/Υ τα δέχτηκε άνετα. Είχε πια συνηθίσει με τις εκκεντρικές παλαβομάρες του ιδιοκτήτη του και δεν πολυέδινε σημασία. Με τις χαρτοπετσέτες δυσκολεύτηκε κάπως αλλά ο ΜΣΜ τις έσπρωξε λιγάκι και χώρεσαν κι αυτές δίχως πρόβλημα.

Τόσο δεμένος ήταν ο Η/Υ με το στούντιο και το αφεντικό του, που είχε βγάλει πια ρίζες. Ο ΜΣΜ τις εξέτασε και διαπίστωσε χωρίς έκπληξη πως ήταν τετραγωνικές. Μετά του έδωσε και κάποιες σκόρπιες σημειώσεις που είχαν ξεμείνει στον καναπέ από το λύκειο, του έβαλε και κάτι άλλα μυστήρια, πάτησε μια σειρά από πλήκτρα και το feed όλων των διαθέσιμων data είχε πλέον ολοκληρωθεί. Ο Η/Υ άφησε να του ξεφύγει μια μικρή άναρθρη κραυγούλα ψηφιακής χαράς και άδολης γνωσιακής ικανοποίησης. Δούλεψε αθόρυβα και σχετικά γρήγορα. Όταν τελείωσε έβγαλε έναν απαλό μακρόσυρτο ήχο, που ειδοποιούσε διακριτικά πως η σύνθεση ήταν έτοιμη.

Ο ΜΣΜ τελείωσε το γάλα του και συνέδεσε τον Η/Υ με ένα κάπως πιο περίπλοκο μηχάνημα δικής του έμπνευσης, που μέχρι εκείνη τη στιγμή το κρατούσε κλειδαμπαρωμένο στη ντουλάπα. Έκανε τις απαραίτητες ρυθμίσεις και η μουσική πλημμύρισε το χώρο από τα κρυμμένα σούπερ-ηχεία, που θα πρέπει να ήταν σκορπισμένα παντού. Ναι! Ήταν το "Μάτια Ματωμένα" στην πρωταρχική του μορφή, αυτή που έμελλε σύντομα ν' ανέβει στο Νούμερο Ένα των τσαρτς όλου του πλανήτη! Επί του παρόντος, βέβαια, ο ΜΣΜ ήξερε πως δεν βρισκόταν ακόμα παρά μόνο στην αρχή. Πήρε ένα κομμάτι χαρτί και, αφού συμβουλεύτηκε μια από τις οθόνες, άρχισε να γράφει τα πρώτα λόγια του τραγουδιού:

Ματάκια μου
Σε μάτιασαν
Και ματωσαν
Ματάκια μου
Τα μάτια σου...

Refrain:
Μάτια ματωμένα
Μ' αίμα βουρκωμένα
Μάταια ματώσαν το πρωΐ.
Μάτια ματωμένα
Μην κοιτάτ' εμένα,
Δείτε πως κυλάει η ζωή.
(κλπ)
(Αθήνα, 1986)

Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Ονοματοδότηση Δρόμων


Η τρύπα στον τοίχο του Έτσι

Αν και δεν πολυαύτωνε το τέτοιο του, κατά βάθος ο Έτσι την είχει δει αλλιώς. Βύθισε το βλέμμα του μέσα στο βαθύ άχρωμο τίποτα του κατιτίς και ανέσειρε μια παλιά διάτρητη ιστορία από το χρονοντούλαπο της Μαύρης Μαρμάγκας, που την είχε γράψει παλιά, πολύ παλιά, τότε που ήταν μάγκας. Την τοποθέτησε ανάποδα επάνω στο πωστολένε κι άρχισε να την γυρομπολιάζει και να την πετσικώνει αλύπητα μ' εκείνο το περισπούδαστο ύφος του, που μαρτυρούσε πως τα είχε παντελώς χαμένα.

Πρώτα της έκοψε τις γωνίες και στρογγύλεψε κάπως τις έννοιες ώστε οι αυθαιρεσίες τους να μην βγάζουν μάτι. Μετά πήρε το ψαλίδι και την καλαφάτησε στοχαστικά, λες κι ήταν ο μεταλικός σκελετός κάποιου αόρατου φουτουριστικού γλυπτού με καλώδια και φωτάκια, που αναβόσβηναν ρυθμικά αλλά μόνον αυτός τα έβλεπε γιατί όλ' αυτά συνέβαιναν σε μια άλλη παράλληλη συχνότητα, εύλογα παραμελημένη από κάθε μάτι. Εργάστηκε διακριτικά με κυκλικές απανωτές απλωτές στην περιφέρεια, κνούμενος αντίθετα από τη φορά των δεικτών του ρολογιού.

Το ρολόι είχε βέβαια σταματήσει προ καιρού και οι δείκτες του την είχαν κοπανήσει για άλλες ώρες πιο επιδεικτικές - αν και πρόωρες. Ώρες-ώρες όμως αυτό του την βάραγε και βάραγε κι αυτός το κεφάλι του στον τοίχο μέχρις ότου έσπασε ο τοίχος και τα τούβλα ξεχύθηκαν στο έδαφος, χαρούμενα που επιτέλους, χάρη στην επιμονή του Έτσι, βγήκαν και πάλι από την εντοιχισμένη μοίρα τους και ξάπλωσαν φαρδιά-πλατιά στον ήλιο του μεσημεριού, σαν σουλτάνες ανατολίτισες στον οντά του Καρασεβντά, τρία χιλιόμετρα πιο κάτω από το Περαβρέχι, ένα μικρό χωριουδάκι στα σύνορα Σαλταμαρίας και Κοζανόστρου.

Η ρωγμή στον τοίχο γρήγορα έγινε τρύπα και η τρύπα πόρτα και πέρασμα, αρκετά μεγάλο για ζώα ίσα με το μπόι ενός εύρωστου ανθρώπου, πιθανώς και μεγαλύτερα. Όπως, ας πούμε, τα ελάφια και οι αρκούδες, ακόμη και οι ελέφαντες ή άλλα μυθολογικά όντα, που οι κάτοικοι των μεγάλων πόλεων βλέπουν μόνο σε φωτογραφίες ή στην τηλεόραση (εκτός αν πάνε μέχρι τον ζωολογικό κήπο, αλλά αυτό δεν πιάνεται γιατί εκεί πρέπει να πληρώσουν εισητήριο).

Τέλος πάντων, απ' αυτή την οπή περάσαν πολλά κείμενα και παρακείμενα, με αποτέλεσμα αργότερα να δημιουργηθεί ολόκληρη λεωφόρος πολλαπλής κυκλοφορίας, ένα highway λέξεων και φράσεων, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εξέφραζαν κάτι -ίσως και πολύ περισσότερα- κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς, πάντως έκαναν τους ανθρώπους να αισθάνονται σαν ξελογιασμένοι αυτοκράτορες, που αναφωνούν dum scripta spero τριγυρίζοντας στα σοκάκια της καμένης Ρώμης, ή σαν αναμαλλιασμένες ξανθιές πριγκίπισσες, που εκστασιάζονται με τραγανιστά ποδαράκια βατράχων ψημένων στη σχάρα. Ή κάτι τέτοιο τελος πάντων.

Και αυτό ο Έτσι το συνόψισε, πολύ σωστά, με την ιστορική ρήση: "I read & write, therefore I am", η οποία σκαλίστηκε περίτεχνα με χρυσά γράμματα στα πολύχρωμα νέφη που μαζευόντουσαν πάνω από τη λεωφόρο μερικές φορές, όταν η αμάθεια πήγαινε σύννεφο και το σύννεφο έφερνε βροχή, μόνο που τότε πια έβρεχε καρέκλες και μαργαριτάρια - αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος...

Κατ' αυτό τον τρόπο, ο δρόμος πήρε το οριστικό όνομά του και από "Μονοπάτι των Σκόρπιων Λέξεων" έγινε "Λεωφόρος της Ακατάσχετης Πολυλογίας" - μολονότι όλοι, ακόμα και οι ταξιτζήδες, την γνωρίζουν καλύτερα με το αρχικό της όνομα, δηλ., ως "Η Τρύπα στον Τοίχο του Έτσι." Και, παρά την επιμονή των επίσημων χαρτών του κράτους, αυτοί έτσι συνεχίζουν να την λένε στις καθημερινές τους συνομιλίες. Μόνο ο Έτσι καμώνεται πως δεν ξέρει τ' όνομά της και κάθε φορά που αναφέρεται σ' αυτήν λέει, π.χ., ότι "στη Λεωφόρο της Ηθελημένης Άγνοιας κάνουνε πιάτσα οι γνωστές πουτάνες του Λόγου, σαν και του λόγου μου" και διάφορα άλλα τέτοια μπλαζέ αποφθέγματα, που κάνουν τις κυρίες στα σαλόνια να κοκκινίζουν και να μην ξέρουν από που να φύγουν.

(Αθήνα, Μάϊος 2009 - Με αφορμή το ξεκίνημα αυτού του ιστολογίου)